σκιμμία

σκιμμία
η, Ν
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια ρουτίδες τής τάξης ρουτώδη, με 9 περίπου είδη αειθαλών θάμνων οι οποίοι ευδοκιμούν στην Κίνα, στην Ιαπωνία και στα Ιμαλάια.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”